Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Persecution
01
διωγμός, καταδίωξη
an act of cruelty and unfairness toward someone because of their race, religion, or political views
Λεξικό Δέντρο
persecution
persecute
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
διωγμός, καταδίωξη
Λεξικό Δέντρο