Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
peachy
01
ροδάκινο, που μοιάζει με ροδάκινο
resembling a peach in appearance or color
02
υπέροχος, εξαιρετικός
exceptionally good or pleasing
Παραδείγματα
Everything turned out just peachy after they resolved the issue.
Όλα αποδείχθηκαν τέλεια αφού έλυσαν το πρόβλημα.
She felt peachy after receiving the promotion at work.
Αισθάνθηκε υπέροχα μετά την προαγωγή της στη δουλειά.
Λεξικό Δέντρο
peachy
peach



























