Pasteurized
volume
British pronunciation/pˈastjuːɹˌaɪzd/
American pronunciation/ˈpæstʃɝˌaɪzd/

Ορισμός και Σημασία του "pasteurized"

pasteurized
01

having been subjected to pasteurization in order to halt fermentation

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store