Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Parkland
01
πράσινη ζώνη, πάρκο
an area of land, often in a city or town, that is set aside for public use as a park or recreational space
Παραδείγματα
The city expanded its parkland to create more green spaces.
Η πόλη επέκτεινε τις παρκογείτονες περιοχές της για να δημιουργήσει περισσότερους πράσινους χώρους.
Wildlife thrives in the protected parkland.
Η άγρια ζωή ευδοκιμεί στα προστατευόμενα πάρκα.
Λεξικό Δέντρο
parkland
park
land



























