pact
pact
pækt
παικτ
British pronunciation
/pˈækt/

Ορισμός και σημασία του "pact"στα αγγλικά

01

σύμφωνο, συμφωνία

a formal agreement between parties, particularly to help one another
example
Παραδείγματα
The two countries signed a defense pact to ensure mutual protection against external threats.
Οι δύο χώρες υπέγραψαν ένα σύμφωνο άμυνας για να εξασφαλίσουν αμοιβαία προστασία έναντι εξωτερικών απειλών.
The environmental groups entered into a pact to collaborate on climate change initiatives.
Οι περιβαλλοντικές ομάδες συνήψαν σύμφωνο για να συνεργαστούν σε πρωτοβουλίες για την κλιματική αλλαγή.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store