LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
One-seed
/wˈɒnsˈiːd/
/wˈʌnsˈiːd/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "one-seed"
one-seed
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
having a single seed
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
one-rep max
one-quintillionth
one-quarter
one-quadrillionth
one-pocket
one-seeded
one-seventh
one-shot film
one-shoulder dress
one-sided
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App