Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Office block
01
κτίριο γραφείων, εμπορικό κτίριο
a large commercial building or complex divided into separate offices and leased to businesses or individuals
Dialect
British
Παραδείγματα
They rented a suite on the tenth floor of the new office block downtown.
Νοίκιασαν ένα σουίτ στον δέκατο όροφο του νέου κτηρίου γραφείων στο κέντρο της πόλης.
The office block is fully occupied by various tech companies and startups.
Το οικοδομικό τετράγωνο γραφείων είναι πλήρως κατειλημμένο από διάφορες τεχνολογικές εταιρείες και startups.



























