LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Neuralgy
/njˈuːɹaldʒi/
/nˈʊɹɹældʒi/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "neuralgy"
Neuralgy
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
acute spasmodic pain along the course of one or more nerves
word family
neuralgy
neuralgy
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
neuralgic
neuralgia
neural tube
neural structure
neural network
neurasthenia
neurasthenic
neurectomy
neurilemma
neurilemoma
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App