Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Neatness
01
καθαρότητα, τάξη
the trait of being neat and orderly
02
καθαρότητα, τακτικότητα
the state of being neat and smart and trim
Λεξικό Δέντρο
neatness
neat
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
καθαρότητα, τάξη
καθαρότητα, τακτικότητα
Λεξικό Δέντρο