LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Atomic warhead
/ɐtˈɒmɪk wˈɔːhɛd/
/ɐtˈɑːmɪk wˈɔːɹhɛd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "atomic warhead"
Atomic warhead
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the warhead of a missile designed to deliver an atom bomb
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
atomic theory
atomic tangerine
atomic spectrum
atomic reactor
atomic power
atomic weapon
atomic weight
atomism
atomist theory
atomistic
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App