Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
moribund
01
ετοιμοθάνατος, παραμορφωμένος
approaching death
Παραδείγματα
He was found moribund after days without food or water.
Βρέθηκε ετοιμοθάνατος μετά από μέρες χωρίς φαγητό ή νερό.
The nurse tended to the moribund man with quiet compassion.
Η νοσοκόμα φρόντιζε τον ετοιμοθάνατο άνδρα με ήσυχο συμπόνια.
02
ετοιμοθάνατος, στατικός
in a state of stagnation or near extinction
Παραδείγματα
The once-thriving factory is now moribund, with rusted machines and empty halls.
Το εργοστάσιο που κάποτε ακμάζει είναι τώρα ετοιμοθάνατο, με σκουριασμένες μηχανές και άδειες αίθουσες.
Their moribund political party failed to attract new supporters.
Το ετοιμοθάνατο πολιτικό κόμμα τους απέτυχε να προσελκύσει νέους υποστηρικτές.



























