Ataractic
volume
British pronunciation/ˌatɐɹˈaktɪk/
American pronunciation/ˌæɾɐɹˈæktɪk/

Ορισμός και Σημασία του "ataractic"

01

a drug used to reduce stress or tension without reducing mental clarity

01

tending to soothe or tranquilize

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store