Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Molehill
01
μυρμηγκοφωλιά, μικρός λόφος από τυφλοπόντικες
a small hill or mound of earth created by moles as they burrow underground
Λεξικό Δέντρο
molehill
mole
hill
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
μυρμηγκοφωλιά, μικρός λόφος από τυφλοπόντικες
Λεξικό Δέντρο
mole
hill