LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Min
/mˈɪn/
/ˈmɪn/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "min"
Min
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
any of the forms of Chinese spoken in Fukien province
02
an Egyptian god of procreation
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
mimus polyglotktos
mimus
mimosoideae
mimosa sensitiva
mimosa pudica
min dialect
mina
minacious
minah
minamata bay
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App