LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Mentally retarded
/mˈɛntəli ɹɪtˈɑːdɪd/
/mˈɛntəli ɹɪtˈɑːɹdᵻd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "mentally retarded"
Mentally retarded
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
people collectively who are mentally retarded
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
mentally ill
mentally
mentality
mentalist
mentalism
mentation
mentee
mentha
mentha aquatica
mentha arvensis
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App