LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Maquisard
/mˈakwɪsˌɑːd/
/mˈækwɪsˌɑːɹd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "maquisard"
Maquisard
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a guerrilla fighter in the French underground in World War II
word family
maquisard
maquisard
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
maquiladora
maquette
maqsurah
maqluba
maputo
mar
mara
marabou
marabou stork
marabout
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App