Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
magisterial
01
σχετικός με δικαστή ή αυθεντική φιγούρα, αυθεντικός
related to a judge or authority figure
Παραδείγματα
People awaited the magisterial decision that would impact the community.
Οι άνθρωποι περίμεναν την δικαστική απόφαση που θα επηρέαζε την κοινότητα.
The document had a magisterial tone, reflecting its origins from the judge's office.
Το έγγραφο είχε έναν αξιωματικό τόνο, που αντανακλούσε την προέλευσή του από το γραφείο του δικαστή.
02
μεγαλειώδης, εντυπωσιακός
having a confident, commanding manner suitable for a respected person
Παραδείγματα
Her magisterial stance at the podium impressed the audience.
Η επιβλητική στάση της στο βήμα εντυπωσίασε το κοινό.
In every meeting, his magisterial demeanor set him apart from the rest.
Σε κάθε συνάντηση, η επιβλητική του συμπεριφορά τον έκανε να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους.
03
μεγαλειώδης, αυθεντικός
displaying a behavior befitting someone who is in a powerful and authoritative position
Παραδείγματα
Her magisterial presence at the conference made it clear that she was an expert in her field.
Η μεγαλοπρεπής παρουσία της στη συνδιάσκεψη έκανε σαφές ότι ήταν ειδικός στον τομέα της.
The king addressed his subjects with a magisterial air, reinforcing his position as the ruler of the land.
Ο βασιλιάς απευθύνθηκε στους υπηκόους του με μια μεγαλειώδη ατμόσφαιρα, ενισχύοντας τη θέση του ως κυβερνήτη της γης.
Λεξικό Δέντρο
magisterially
magisterial



























