Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
academic freedom
/ˌækədˈɛmɪk fɹˈiːdəm/
/ˌakədˈɛmɪk fɹˈiːdəm/
Academic freedom
01
ακαδημαϊκή ελευθερία, ελευθερία διδασκαλίας και έρευνας
the principle that scholars and educators have the right to pursue and disseminate knowledge without censorship or undue interference
Παραδείγματα
Academic freedom allows researchers to explore controversial topics and publish their findings without fear of reprisal.
Η ακαδημαϊκή ελευθερία επιτρέπει στους ερευνητές να εξερευνούν αμφιλεγόμενα θέματα και να δημοσιεύουν τα ευρήματά τους χωρίς φόβο αντεκδίκησης.
The university upholds the principle of academic freedom, enabling faculty members to express diverse viewpoints in their teaching and research.
Το πανεπιστήμιο υποστηρίζει την αρχή της ακαδημαϊκής ελευθερίας, επιτρέποντας στα μέλη του διδακτικού προσωπικού να εκφράζουν διαφορετικές απόψεις στη διδασκαλία και την έρευνά τους.



























