LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Loss ratio
/lˈɒs ɹˈeɪʃɪˌəʊ/
/lˈɔs ɹˈeɪʃɪˌoʊ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "loss ratio"
Loss ratio
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the ratio of the annual claims paid by an insurance company to the premiums received
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
loss of face
loss of consciousness
loss leader
loss
losings
losses
lossless
lossy
lost
lost and found
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App