Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Lodgings
01
διαμονή, καταλύματα
temporary accommodations, such as hotels, hostels, or rented rooms
Παραδείγματα
We found comfortable lodgings for the weekend getaway.
Βρήκαμε άνετα διαμερίσματα για το σαββατοκύριακο.
The traveler booked lodgings at a quaint bed and breakfast.
Ο ταξιδιώτης κράτησε διαμονή σε ένα γραφικό bed and breakfast.



























