LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Local anaesthetic
/lˈəʊkəl ˌanəsθˈɛtɪk/
/lˈoʊkəl ˌænəsθˈɛɾɪk/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "local anaesthetic"
Local anaesthetic
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
anesthetic that numbs a particular area of the body
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
local anaesthesia
local
lobworm
lobule
lobularity
local anesthesia
local anesthetic
local area network
local authority
local call
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App