Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Lender
01
δανειστής, οργανισμός δανεισμού
a person or entity that lends money to other people or organizations
Λεξικό Δέντρο
lender
lend
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
δανειστής, οργανισμός δανεισμού
Λεξικό Δέντρο