Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Kitchen island
01
νησίδα κουζίνας, κεντρική μονάδα κουζίνας
a freestanding, often stationary, countertop and cabinet unit situated in the center of a kitchen that provides additional storage, workspace, and seating
Παραδείγματα
The kitchen island provides extra counter space for meal preparation and cooking.
Το νησί της κουζίνας παρέχει επιπλέον χώρο πάγκου για την προετοιμασία των γευμάτων και το μαγείρεμα.
We decided to add a kitchen island to make our kitchen more functional.
Αποφασίσαμε να προσθέσουμε ένα νησί κουζίνας για να κάνουμε την κουζίνα μας πιο λειτουργική.



























