Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Kisser
01
φάτσα, πρόσωπο
the human face (`kisser' and `smiler' and `mug' are informal terms for `face' and `phiz' is British)
02
φιλητής, φιλού
someone who kisses
Λεξικό Δέντρο
kisser
kiss
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
φάτσα, πρόσωπο
φιλητής, φιλού
Λεξικό Δέντρο