LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Jog trot
/dʒˈɒɡ tɹˈɒt/
/dʒˈɑːɡ tɹˈɑːt/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "jog trot"
Jog trot
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
an easy gait of a horse; midway between a walk and a trot
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
jog memory
jog
joey
joewood
joel harris
jogger
joggers
jogging
jogging suit
joggle
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App