LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Jasminum
/dʒˈazmɪnəm/
/dʒˈæzmɪnəm/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "jasminum"
Jasminum
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
shrubs and woody climbers mostly of tropical and temperate Old World: jasmine; jessamine
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
jasmine
jarvik heart
jarvik artificial heart
jarringly
jarring
jasminum mesnyi
jasminum nudiflorum
jasminum officinale
jason
jasper
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App