LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Iodize
/ˈaɪədˌaɪz/
/ˈaɪədˌaɪz/
iodise
Verb (2)
Ορισμός και Σημασία του "iodize"
to iodize
ΡΉΜΑ
01
treat with iodine so as to prevent infection
02
treat with iodine
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
iodine-131
iodine-125
iodine
iodination
iodinating
iodized
iodoamino acid
iodochlorhydroxyquin
iodocompound
iodoprotein
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App