Interrelate
volume
British pronunciation/ˌɪntəɹɪlˈe‍ɪt/
American pronunciation/ˌɪntɝɹɪˈɫeɪt/

Ορισμός και Σημασία του "interrelate"

to interrelate
01

place into a mutual relationship

02

be in a relationship with

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store