LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Interlocutory
/ˌɪntəlˈəʊkjuːtəɹˌi/
/ˌɪntɚlˈoʊkjuːtˌoːɹi/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "interlocutory"
interlocutory
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
consisting of dialogue
word family
interlocut
interlocut
Verb
interlocutory
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
interlocutor
interlocking
interlock
interlobular
interlinking
interlocutory injunction
interlope
interloper
interlude
intermarriage
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App