LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
In both ears
/ɪn bˈəʊθ ˈiəz/
/ɪn bˈoʊθ ˈɪɹz/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "in both ears"
in both ears
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
in a binaural manner
monaurally
word family
in both ears
in both ears
Adverb
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
in books
in blood
in black and white
in birthday suit
in bed with
in brief
in broad daylight
in broad strokes
in cahoots
in camera
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App