Impalpability
volume
British pronunciation/ɪmpˌalpəbˈɪlɪti/
American pronunciation/ɪmpˌælpəbˈɪlɪɾi/

Ορισμός και Σημασία του "impalpability"

01

the quality of being intangible and not perceptible by touch

word family

palp

palp

Noun

palpable

Adjective

palpability

Noun

impalpability

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store