Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Hard shoulder
01
ώμος οδοστρώματος, σκληρή άκρη
the outer edge of a road, often paved, where vehicles can stop in case of emergencies or breakdowns
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ώμος οδοστρώματος, σκληρή άκρη