LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Hand shovel
/hˈand ʃˈʌvəl/
/hˈænd ʃˈʌvəl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "hand shovel"
Hand shovel
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a shovel that is operated by hand
word family
hand shovel
hand shovel
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
hand saw
hand sanitizer
hand puppet
hand pump
hand plane
hand soap
hand that rocks the cradle rules the world
hand throttle
hand to god
hand to hand
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App