LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Green goods
/ɡɹˈiːn ɡˈʊdz/
/ɡɹˈiːn ɡˈʊdz/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "green goods"
Green goods
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
fresh fruits and vegetable grown for the market
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
green gold
green goddess
green gland
green frog
green foxtail
green gram
green groceries
green hellebore
green june beetle
green lacewing
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App