Gerontological
volume
British pronunciation/dʒˌɛɹəntəlˈɒdʒɪkəl/
American pronunciation/dʒˌɛɹəntəlˈɑːdʒɪkəl/

Ορισμός και Σημασία του "gerontological"

gerontological
01

of or relating to or practicing geriatrics

word family

gerontological

gerontological

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store