Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
frizzy
01
σγουρός, κατσαράς
(of hair) having a lot of small tight curls that are neither smooth nor shiny
Παραδείγματα
The humidity caused her usually straight hair to become frizzy, with small curls forming all over.
Η υγρασία προκάλεσε τα συνήθως ίσια μαλλιά της να γίνουνσγουρά, με μικρά μπούκλες να σχηματίζονται παντού.
Despite using multiple styling products, her frizzy hair remained untamed, with its small tight curls refusing to be smoothed.
Παρά τη χρήση πολλαπλών προϊόντων στυλ, τα αγριεμένα μαλλιά της παρέμειναν αδάμαστα, με τα μικρά σφιχτά μπούκλες τους να αρνούνται να λειανθούν.
Λεξικό Δέντρο
frizzy
frizz



























