LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Financial officer
/faɪnˈanʃəl ˈɒfɪsə/
/faɪnˈænʃəl ˈɑːfɪsɚ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "financial officer"
Financial officer
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
an officer charged with receiving and disbursing funds
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
financial obligation
financial management service
financial loss
financial institution
financial gain
financial organisation
financial organization
financial statement
financial support
financial year
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App