LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Anacoluthia
/ˌanɐkəlˈʌθiə/
/ˌænɐkəlˈʌθiə/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "anacoluthia"
Anacoluthia
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
an abrupt change within a sentence from one syntactic structure to another
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
anaclitic depression
anaclitic
anaclisis
anaclinal
anacin iii
anacoluthic
anacoluthon
anaconda
anacyclus
anacyclus pyrethrum
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App