Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Empowerment
01
ενδυνάμωση, επίδοση εξουσίας
the act of giving a person or an organization the right, authority or power in order to do something
Λεξικό Δέντρο
empowerment
empower
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ενδυνάμωση, επίδοση εξουσίας
Λεξικό Δέντρο