Electric cord
volume
British pronunciation/ɪlˈɛktɹɪk kˈɔːd/
American pronunciation/ɪlˈɛktɹɪk kˈoːɹd/

Ορισμός και Σημασία του "electric cord"

01

a light insulated conductor for household use

word family

electric cord

electric cord

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store