LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Elaeostearic acid
/ɪlˌiːəstˈeəɹɪk ˈasɪd/
/ɪlˌiːəstˈɛɹɪk ˈæsɪd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "elaeostearic acid"
Elaeostearic acid
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a crystalline unsaturated fatty acid
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
elaeocarpus grandis
elaeocarpus family
elaeocarpus
elaeocarpaceae
elaeis guineensis
elagatis
elagatis bipinnulata
elaidic acid
elamitic
elan vital
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App