Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Altruism
01
αλτρουισμός, ανιδιοτέλεια
the selfless concern for the well-being of others, often demonstrated through acts of kindness, compassion, and generosity
Παραδείγματα
Donating money to charity to support those in need without expecting anything in return is an example of altruism.
Το να δωρίζεις χρήματα σε φιλανθρωπίες για να υποστηρίξεις όσους έχουν ανάγκη χωρίς να περιμένεις τίποτα σε αντάλλαγμα είναι ένα παράδειγμα αλτρουισμού.
Volunteering at a local soup kitchen to help feed the homeless demonstrates altruism by giving time and effort for the benefit of others.
Η εθελοντική εργασία σε ένα τοπικό κουζινάκι για να βοηθήσει στη διατροφή των αστέγων αποδεικνύει αλτρουισμό δίνοντας χρόνο και προσπάθεια για το όφελος των άλλων.
Λεξικό Δέντρο
altruism
altru



























