LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Double vision
/dˈʌbəl vˈɪʒən/
/dˈʌbəl vˈɪʒən/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "double vision"
Double vision
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
visual impairment in which an object is seen as two objects
Παράδειγμα
Individuals
with
OPMD
may
develop
double vision
due to
weakness
in
eye muscles
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App