LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Dissatisfy
/dɪsˈatɪsfˌaɪ/
/dɪˈsætəsˌfaɪ/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "dissatisfy"
to dissatisfy
ΡΉΜΑ
01
fail to satisfy
satisfy
Παράδειγμα
They
turned
the
job
offer
back
,
dissatisfied
with
the
salary
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App