LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Devil worshiper
/dˈɛvəl wˈɜːʃɪpə/
/dˈɛvəl wˈɜːʃɪpɚ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "devil worshiper"
Devil worshiper
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
someone who worships devils
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
devil tree
devil to pay
devil ray
devil nettle
devil looks after his own
devil's advocate
devil's apples
devil's children have the devil's luck
devil's cigar
devil's fig
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App