LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Detected
/dɪtˈɛktɪd/
/dɪˈtɛktəd/, /dɪˈtɛktɪd/
Adjective (2)
Ορισμός και Σημασία του "detected"
detected
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
perceived or discerned
undetected
02
perceived with the mind
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
detectable
detect
detainment
detainee
detain
detecting
detection
detection dog
detective
detective agency
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App