LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Day watch
/dˈeɪ wˈɒtʃ/
/dˈeɪ wˈɑːtʃ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "day watch"
Day watch
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
workers who work during the day (as 8 a.m. to 4 p.m.)
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
day trip
day shift
day school
day room
day return
day-after-day
day-by-day
day-old
day-to-day
dayan
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App