LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Crank call
/kɹˈaŋk kˈɔːl/
/kɹˈæŋk kˈɔːl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "crank call"
Crank call
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a hostile telephone call (from a crank)
word family
crank call
crank call
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
crank
cranium
craniotomy
craniometry
craniometrical
crank handle
crank letter
crank out
crank up
crankcase
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App