LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Common eland
/kˈɒmən ɪlˈand/
/kˈɑːmən ɪlˈænd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "common eland"
Common eland
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
dark fawn-colored eland of southern and eastern Africa
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
common eel
common duckweed
common dolphin
common dogbane
common divisor
common elder
common era
common european ash
common european dogwood
common european earwig
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App