Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Green flag
01
θετικό σημάδι, καλός δείκτης
a positive or healthy sign in a potential partner, indicating compatibility or good behavior
Παραδείγματα
She's honest about her feelings; that's a major green flag.
Είναι ειλικρινής για τα συναισθήματά της· αυτό είναι ένα μεγάλο πράσινο σημα.
He listens when you talk about your problems; total green flag.
Ακούει όταν μιλάς για τα προβλήματά σου; ολικό πράσινη σημαία.



























